Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2017

Η Λαφιώνα γύρω στο 1900



 Η αλλαγή του αιώνα, το 1900, βρίσκει τη Λαφιώνα να μοιράζει τη ζωή της μεταξύ της άγονης ζώνης του υψώματος Ρούδι και των έφορων παράλιων περιοχών του Καραγατσίου της περιφέρειας  Μπουρχάνιε της  Μικρασίας. 




Το νησί μπορεί να είναι υπό οθωμανική κατοχή αλλά οι κάτοικοι του χωριού δεν βλέπουν συχνά Οθωμανούς, εκτός εάν μετακινηθούν προς τα μεγαλύτερα χωριά της περιοχής όπως ο Μόλυβος για οικονομικές υποθέσεις ή να να λύσουν δικαστικά τις διαφορές τους, ή στα απέναντι μικρασιατικά παράλια.
Όπως επίσης και μέσα από τις σχέσεις της Λαφιώνας με τους κατοίκους του Κλαπάδου, όταν κατέβαιναν να πουλήσουν ό,τι παρήγαγαν όπως κατασκευές από ξύλο, σκάφες και άλλα κουζινικά μα και κτηνοτροφικά προϊόντα, αν και οι κάτοικοι του Κλαπάδου ήταν Γιουρούκοι εξισλαμισμένοι και όχι Οθωμανοί Τούρκοι.

Αρκετοί λαφιωνιάτες από το χωριό αλλά οι περισσότεροι από το Καραγάτσι είχαν αποφασίσει να μεταναστεύσουν προς την πολλά υποσχόμενη Αμερική, ήδη πριν το 1900 αλλά και μετά.
Έρχονται δέματα και βοηθήματα στις οικογένειες, που τους χαροποιούν πρόσκαιρα.

Μερικοί θα επιστρέψουν στις οικογένειές τους ενώ άλλοι θα μείνουν για πάντα εκεί.

Οι οικογένειες Ανδριώτη, Βουλγαρέλη, Κικιλή, Μουμτζή, Κράλογλου, Γκάγκα, Καλατζή, Μπισκιτζή, Αγγελόγλου (Κουτζουκέλλη), Τσιλδίρη, Κούκου και πολλές άλλες, είχαν τουλάχιστον από έναν να περιμένουν από την Αμερική για πολλά χρόνια.

Ευστρ. Αγγελόγλου
(Κουτζουκέλλλης)
Στα νεώτερα χρόνια θα ακολουθήσει νέο ρεύμα λαφιωνιατών προς Αμερική.

Ο παπάς του χωριού είναι ο παπά Στρατής Αξής από την Πελόπη και επίσης την ίδια χρονιά από τον Απρίλιο ο ιερέας Θόδωρος Παπαδόπουλος μέχρι το 1903.
Η Δημογεροντία του έτους αποτελείται από τους: Πανταζή Σάββα, Δ. Καπιωτέλλη, Γαβριήλ Α. Κράλογλου, Σταυράκη Ελευθερίου και Βαγή Βασιλείου.

Δάσκαλος του σχολειού είναι ο πατέρας της Αικατερίνης Κινδριδέλλη και προπάππος της Αγγέλας Πλωμαρίτη, ο Παναγιώτης Γιανιόγλου. που δηλώνει και γραμματέας της Δημογεροντίας.
 
Το χωριό την εποχή αυτή, έχει αρκετούς μορφωμένους που μπορούν να διαβάσουν και να γράψουν, όπως ο Βαγής, πατέρας του Θεοφάνη Βαγή, ο Ιγνάτιος Ιω. Μουμτζής, ειπράκτωρ της δημογεροντίας για τον κρατικό φόρο, που φέρεται αργότερα ως ιερέας και θα εξαφανιστεί στην ανταλλαγή του 1922, ο Ευάγγελος Ανδριώτης, ο Δ. Καπιωτέλλης, πατέρας της Μαρής αργότερα Χατζηελευθερί
ου,  ο Αλέξης Κράλογλου, (τελευταίος Δημογέροντας και μετέπειτα αντιπρόεδρος στην πρώτη Κοινότητα), η Μαριάνθη Βαλτά, κόρη Δημογέροντα και σύζυγος  του πρώτου Ράλλη που θα έρθει στο χωριό από την Μυτιλήνη και αρκετοί ακόμα, που περιλαμβάνονται τη χρονιά αυτή  στους αποδέκτες, συνδρομητές του βιβλίου του καλλονιάτη  Καρυδώνη : «Τα εν Καλλονή της Λέσβου ιερά σταυροπηγιακά Μοναστήρια».

Συγχρόνως μιλούν και την τουρκική γλώσσα, ειδικά αυτοί που περνούν μεγάλα διαστήματα στο Καραγάτς . Ο Στρατής Γαβριήλ Κουτζουκέλλης, ένας από τους ξενιτεμένους στην Αμερική, στέλνει φωτογραφία στο σόι του με  χαιρετίσματα και εκτός από τα ελληνικά γράφει και μια παράγραφο στα τουρκικά, την καραμανλίδικη[1] γραφή. 
Από δεξιά: Αντιφών Χη Γεωργίου, Αλέξης Βατάλης
και ένας άγνωστος

Τη χρονιά αυτή καταγράφονται στον κώδικα έξι αρραβώνες[2].
Τον Ιανουάριο αρραβωνιάζεται ο Αντιφών (Χατζη) Γεωργίου με την αδερφή του Ιπποκράτη, Ευθυμία Βατάλη και που μαζί με τον άλλον αδερφό τους Γιώργο και τη μητέρα τους Μαρίνα, θα πάρουν την ευθύνη του αρραβώνα και για τους άλλους αδελφούς των, Αλέξιο, Σάββα και Αχιλλέα που βρίσκονταν εργαζόμενοι στη Μικρασία. Το ζευγάρι είναι οι γονείς του μετέπειτα Σταύρου και Ιγνάτιου[3](Ρόγγου) και Αλεξάνδρας Χατζηγεωργίου, προπάππος του σημερινού Σταύρου Π. Χατζηγεωργίου.
Ευστρ. Ιω. Σκανδάλης

Ένας άλλος αρραβώνας ήταν του Ευστράτιου Σκανδάλη με την Ασπασία Τζάνου της οικογένειας Αδένα, που δεν άφησε κάποιον απόγονο στο χωριό[4]. Ο αρραβώνας δεν θα τελεσφορήσει και θα διαλυθεί μετά από πέντε χρόνια, το 1905. Ο Σκανδάλης αυτός θα παντρευτεί αργότερα τη Ροδόπη και θα αποκτήσουν τέσσερα παιδιά και ένα εγγόνι, τη σημερινή Χριστίνα.
Η διάρκεια των πέντε ετών του αρραβώνα θεωρείται για την εποχή αποδεκτή.

Οι άλλοι αρραβώνες ήταν των:

Δημητρίου Ζεστού γεν. 1876 με την Ευαγγελία Αχουλιά,
του Βασιλείου Μαραγγού
(πατέρα του Ευστράτιου και του Φώτη Μαραγγού) με την Μαρία Δημητρίου,
του Ιγνατίου Σταυράκη (Γελαγώτη) με την Μαριγώ Γ. Καζαμία  και
του Ιγνατίου Χριστοδούλου με την Ευανθία Βουλέλλη 24 ετών.
Στο γάμο μάλιστα του Δ. Ζεστού, με την Βαγγελιώ Αχουλιά, όπως σημειώνει το προικοσύμφωνο, θα δωρίσει ο πεθερός «εν ώρα στέψεως» τρία πρόβατα, προφανώς για το γαμήλιο γλέντι.
Στο γάμο του Ιγνατίου Σταυράκη η προίκα είναι μόνο το πατρικό σπίτι που χρήζει επισκευής και τα 2/3 του ελαιοκτήματος Τσιρβούλι.
Για τον αρραβώνα του Αντιφώντα τα πράγματα είναι καλύτερα αφού παίρνει το σπίτι έναντι της Εκκλησίας[5] επιδιορθωμένο, αμπέλι στον Άγιο Δημήτριο Πέτρας, ελαιόδενδρα στο Μακούφ, μια σκάλα στον Κάλυβο και μέρος από τον «Όχτο».
Όρος του προικοσυμφώνου είναι να ζουν μαζί με το ζευγάρι οι γονείς της νύφης.


Τα σπίτια στο χωριό έχουν αρχίσει να αποκτούν κεραμοσκεπές ειδικά με αφορμή αρραβώνα στην οικογένεια. Γράφεται μάλιστα ως υπόσχεση στο προικώο.
 Στον αρραβώνα της Μαριάνθης Φράγκαινας με τον Βασίλειο Κουτζαπαναγιώτη, το 1902 ο πεθερός υπόσχεται την μετατροπή, στο σπίτι, από «χωματοσκεπή σε κεραμοσκεπή».

Τα τελευταία σπίτια που έμεναν με χωμάτινη κάλυψη, ίσως και μέχρι τον μεσοπόλεμο, θυμάται μια παλιά κυρά του χωριού, ήταν της Μαριόλαινας, έπειτα του Τζάνου και της Έλλης Ανδριώτη και το γειτονικό του Ασημάκη Καράμαλλη, τότε της Μαριάνθης και της Μαριγούλας Καραμπέτσου, η οποία αρρώστησε, λέγανε, που τους χειμώνες μέσα στα κρύα και τις βροχές, κυλούσε στη σκεπή την ειδική κυλινδρική εκείνη πέτρα για να πετύχει καλύτερη στεγανότητα του ειδικού χώματος που χρησιμοποιείτο στις σκεπές. Οι παγωνιές προκαλούσαν ρωγμές στη χωματοσκεπή.
  
Ο εφημέριος Ευστράτιος Αξής υπογράφει τις συμφωνίες των αρραβώνων μέχρι τον Φεβρουάριο. Μετά αναλαμβάνει ο παπά Θόδωρος Παπαδόπουλος μέχρι το 1903.
Ο γιος του παπά Ευστράτιου Αξή, Γεώργιος, που θα υπογράφεται ως Παπαδάκης, θα αρραβωνιαστεί την επόμενη χρονιά, 1901.

Μέσα στη χρονιά του 1900 γεννήθηκαν στο χωριό οι εξής:

1. Βαγής Γεώργιος
2. Ζαφειρίου Ροδόλφος
3. Λαδάς Ιωάννης Σωκράτη
4. Λάσκαρης Ιωάννης
5. Μουμτζής Ευριπίδης
6. Μαλλής Δημήτριος
7. Φάντης Γεώργιος
8. Σπανέλλης Δημήτριος
9. Τσακυρέλλης Χρήστος
10. Κουρουμιχάλης Γεώργιος
11. Πέτρου Τζάνος
12. Παπάζογλου Παναγιώτης




Ο αρραβώνας το 1900

 Ο αρραβώνας στο τέλος του 19ου και των αρχών του 20ου  αιώνα ήταν μάλλον μια σύνθετη υπόθεση σε σχέση με τη σημερινή διαδικασία που οδηγεί δυο ανθρώπους στο γάμο.

Μια υπόθεση που τον πρώτο λόγο είχε το σόι των δυο άμεσα ενδιαφερομένων, στην κρίση των οποίων ετίθεντο θέματα όπως η κληρονομικότητα και η καταγωγή, η ηλικία της νύφης περισσότερο παρά του γαμπρού, η προίκα που έπαιζε καθοριστικό ρόλο, ως προϋπόθεση να πετύχει ένα προξενιό και αιτία να διαλυθεί ένας αρραβώνας εάν δεν τηρούνταν τα συμφωνημένα.

Τα δυο πανηγύρια της Λαφιώνας, του Αγίου Γεωργίου[6] και της Αγίας Παρασκευής, αποτελούσαν ευκαιρία να φανούν οι νύφες του χωριού και να εκδηλωθούν συμπάθειες και προτιμήσεις των γαμπρών. 

Το επόμενο βήμα ήταν το προξενιό, από την οικογένεια της νύφης προς την οικογένεια του γαμπρού, με τον πατέρα της νύφης ή συγγενείς της.

Στη Λαφιώνα σύμφωνα με τις πληροφορίες της Φ. Ζούρου[7], το προξενιό ήταν πρόσπεση της μάνας της νύφης προς τον γαμπρό. 
Πήγαινε μόνη της, αργά τη νύχτα για να μην γίνει γνωστή η τυχόν αποτυχία. 
Έβαζε τη μια της κάλτσα από την ανάποδη για «γουρ», άναβε στο γαμπροφάναρο το ένα από τα δυο του φυτίλια, έπαιρνε στο χέρι της λίγα λουλούδια και πήγαινε. 
Και γρήγορα έμπαινε στο θέμα:
«Ιγώ ήρτα να σας κάνου προυξενιά, να ριβουνιάσουμι. Αφού η γιος σας έρξι μπαξίς άμα χόριβγι η κόρ’μ’, θα πει πους τ’ αρέσ’. 
’Αμα θέλιτι τσι σεις, τόπου έχουμι πα στου τσουφάλι μας για ντου γιο σας»

Και αφού τις επόμενες βδομάδες υπήρχε επιβεβαίωση της θετικής απόφασης, τα πράγματα οδηγούνταν σε επίσημο αρραβώνα και υπογραφή συμφωνητικού στο οποίο δινόταν ημερομηνία γάμου, μετά από έναν χρόνο, που μπορούσε να επεκταθεί σε μερικά χρόνια ακόμα για διάφορους λόγους.






[1] Η καραμανλήδεια γραφή είναι μια συμβατική γραφή της τουρκικής γλώσσας με ελληνικούς χαρακτήρες.
[2] Προικοσύμφωνα σ. 111-120, τ.1
[3] Ο Ιγνάτιος και η Αλεξάνδρα από τον δεύτερο γάμο του Αντιφώντα.
[4] Υπάρχει επώνυμο Αντένας στην Πέτρα.
[5] Το σπίτι αυτό θα το κληρονομήσει αργότερα η θυγατέρα του ζεύγους, Αλεξάνδρα, μετέπειτα Μαραγγού.
[6] Φρόσω Μ. Ζούρου: Ο γάμος στη βόρεια Λέσβο.1974. Στη Λαθιώνα το νυφοπάζαρο γινότανε στο ξωκλήσι του Άι Γιώργη που είναι σ ΄ένα ύψωμα πάνω απ το χωριό… τα κλαδιά τους χάριζαν τον ίσκιο στις ανήλιαγες κοπέλες της Λαθιώνας εκεί έστρωναν τα κιλίμια…με χρώματα και σχέδια που έδειχναν την τέχνη και το γούστο της κάθε μιας…και οι μισάλες με τα κόκκινα αυγά και τα τυριά.
Ανοίγαν τότε το χορό οι αρχόντοι και οι ηλικιωμένοι και οι καρδιές των νέων έτρεμαν καρτερώντας που θα σηκωνόταν η διαλεχτή της καρδιάς τους να χορέψει κι εκείνοι που την ερωτεύονταν πήγαιναν στη μουσική κι έριχναν μπαξίσι πάνω στο σαντούρι. (Από τις διηγήσεις της Αμερσούδας Αχουλιά στη συγγραφέα).
[7] Ό.π. σ. 57

Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2017

Ο ΚΑΤΩ ΝΕΡΟΜΥΛΟΣ ΤΗΣ ΛΑΦΙΩΝΑΣ

 


Ο αλευρόμυλος τ’ Αρτίκ

 Ο δεύτερος υδρόμυλος-αλευρόμυλος της Λαφιώνας ανήκε στην οικ. Βασιλείου Αρτίκη.
Βρίσκεται σήμερα εντός ιδιοκτησίας απογόνων της οικ. Χατζηελευθερίου, που κατέληξε σε αυτήν από επιγαμία της  κ
όρης του Β. Αρτίκη [1], Διαμάντης, με τον Δημήτριο Χατζηελευθερίου το 1886  (πατέρα του Νικόλαου, του 2ου προέδρου του χωριού).


Ο υδρόμυλος έδωσε το όνομά του στην οδό που περνούσε από δίπλα του, και ονομάστηκε «οδός Αλευρόμυλου» μέχρι που έγινε κανονική διάνοιξη με κονδύλια της Νομαρχίας και συνδέθηκε το χωριό το 1934 με τον αμαξιτό Μολύβου- Καλλονής- Μυτιλήνης και ονομάστηκε «Δημοτική οδός Πλακούρας», σύμφωνα με το βιβλίο Αποφάσεων της Κοινότητος.


Ο υδατόπυργος του νερόμυλου με τις είκοσι βαθμίδες.



                                                            


Σώζεται σήμερα ο υδατόπυργος, (φωτο.), υπολείμματα της στέρνας, το μυλαύλακο που έφερνε το νερό από τη στέρνα μέχρι το ορθογώνιο άνοιγμα στο βαγένι και κάποια προσκτίσματα κοντά στον ποταμό της Πλακούρας, από τον οποίο τροφοδοτούνταν με νερό για τη λειτουργία του. 

Θυμάται η μητέρα του γράφοντος, ότι με το σακί το στάρι στον ώμο κατέβαινε, νέα ακόμα, από το χωριό ν’ αλέσει στο μύλο «τ’ Αρτίκ».
Εργαζόταν ένας εργάτης μάστορας 
από το Πετρί, με το όνομα Χριστέλ’ που διατηρούσε πολλές κότες με τα στάρια των πελατών.
   Το νερό για το μύλο ερχόταν με ένα λοξό αυλάκι από ψηλότερο σημείο του ποταμού της Πλακούρας, περνούσε κάτω από το γεφύρι με ξύλινη προέκταση και οδηγούνταν πάλι με πέτρινο αυλάκι στο έδαφος μέσα στη στέρνα στο κτήμα πάνω από τον μύλο.



Και οι δυο νερόμυλοι της Λαφιώνας δεν αναφέρονται στα οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα του 1548 , στην αντίστοιχη απογραφή και φορολόγηση μύλων. Αντίθετα έχουν απογραφεί δυο ελαιόμυλοι.



Πιθανόν να είναι, οι νερόμυλοι της Λαφιώνας,  μεταγενέστεροι της πρώιμης αυτής φορολογικής απογραφής της Οθωμανικής  Αυτοκρατορίας, αν και είναι δύσκολο να μην υπήρχαν στην περιοχή αλευρόμυλοι και πριν την οθωμανοκρατία, μια που ο οικισμός της Λαφιώνας, είτε στη σημερινή θέση του είτε στις άλλες δυο που του αποδίδονται (στη θέση Άγιος Αλέξανδρος και Άγιος Ιωάννης) έχει ιστορία από τα πρώτα Βυζαντινά χρόνια. 

Ο νερόμυλος του Αρτίκ αποτελεί ένα από τα μνημεία της Λαφιώνας και του νησιού μας, που δεν έχει χρονολογηθεί και εκτιμηθεί ακόμα από τις ανάλογες κρατικές υπηρεσίες .
 (Έχει γράψει γι αυτόν ο ακούραστος Μάκης Αξιώτης στη Διδακτορική του Διατριβή για τους Υδρόμυλους της Λέσβου).
Αποτελεί κομμάτι της Βυζαντινής ίσως ή νεώτερης Ιστορίας του χωριού και γι΄αυτό αξίζει να ενδιαφερθούμε πρώτοι οι λαφιωνιάτες για την συντήρηση και τη διάσωση των μερών του που καταρρέουν, ειδικά στις βαθμίδες και την βάση του υδατόπυργου, ο οποίος χάνει σταδιακά  δομικό υλικό, λόγω διάβρωσης του εδάφους που τον στηρίζει.



Οι βαθμίδες του υδατόπυργου καταρρέουν



[1] Εκκλ. Κώδικας, προικοσύμφωνο σ.54,τ.1

Σάββατο 22 Απριλίου 2017

Το Πανηγύρι του Άη Γιώργη στη Λαφιώνα

       

ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ στον Κώδικα

                  Στη σελίδα 117 του 1τ. του Κώδικα της Λαφιώνας βρίσκεται το παρακάτω έγγραφο ως ξένο σώμα μέσα σε ένα μεγάλο σύνολο προικοσυμφώνων των μέσων του 19ου αι.
Είναι γραμμένο από κάποιον επίτροπο της Εκκλησίας «Γε. Μιχαήλου» και όχι από δάσκαλο ή ιερέα όπως τα προικοσύμφωνα, άρα κακογράφο και με λίγα γράμματα άτομο.
Αργότερα όμως αυτή η σημείωση διαγράφεται με ένα μεγάλο «Χ»  για κάποιο λόγο.
Είναι όμως κατά πάσα πιθανότητα η πρώτη πράξη του Κώδικα αν και βρίσκεται στη σελίδα 117, γραμμένη 23 Απριλίου του 1864,  σχεδόν έξι μήνες πριν το πρώτο Προικοσύμφωνο (30/09/).






ΓΡΑΦΕΙ λοιπόν:

1864: απριλίου:23: Τα κουρμπάνια του Αγίου Γεωργίου όπου έκαμεν ο Δημήτριος Πάλτογλου και ο Τζάνος Παναγιώτου […] και μετά το έξοδον επερίσσεψαν γρόσια εκατόν δέκα (Ν. 110):
Αυτά τα χρήματα μένουν εις τον κύριον Τζάνον Παναγιώτου δια να τα εγκρύψει για τον άγιον. Ο ίδιος έψαλλεν (;).

Θεοφάνης [Βαλδάνης;], ο κατά καιρόν επίτροπος, παρών.

Ο γράψας Γε. Μιχαήλου […] παρών.

Τζάνος Παναγιώτου  βεβαιώ και υπόσχομαι. 



Πιστοποιεί τη συνήθεια, λοιπόν, το σημείωμα αυτό, να γιορτάζουν τη μνήμη του αγίου Γεωργίου τουλάχιστον από το 1864, με σύναξη των Λαφιωνιατών στο εκκλησάκι του και μετά  γλέντι, με το γνωστό κοινό φαγητό του κρέατος με το σιτάρι, που το ονομάζει «Κουρμπάνι» , δηλαδή θυσία.


Θυμάται ακόμα η μητέρα μου την προετοιμασία του φαγητού στη δεκαετία 1920-30 στο περιβόλι τους, το «Μαγγανέλι» πριν χτιστεί το σημερινό σπίτι στον Άμμο και το γλέντι στη γειτονιά, γύρω από μια μεγάλη λυγαριά στην αλάνα. Χώρος που ήταν μεγαλύτερος τότε πριν επεκταθούν οι σημερινές ιδιοκτησίες.

Το σημερινό εκκλησάκι έχει ημερομηνία κατασκευής 1886 αν διάβασα σωστά την κτητορική επιγραφή πάνω από την είσοδο άρα 22 χρόνια μετά το πανηγύρι του σημειώματος.
Προϋπήρχε λοιπόν το προσκύνημα του αγίου Γεωργίου με άλλη μορφή, άλλο κτίσμα δηλαδή.


Το σημερινό ξωκλήσι με κτήτορες τον προπάππο Γιαννάκα και τα ξαδέρφια του, τους τρεις αδερφούς Μαχαίρα, είναι εξέλιξη του πρώτου κτίσματος.

Η εικόνα  του Αγίου 
γράφει κάτω δεξιά, ότι είναι αφιέρωση του Ιγνατίου Μουμτζή το 1900. Πρόκειται για τον πατέρα του Ευριπίδη Μουμτζή και της Χριστονύμφης Μουμτζή -Αγγελόγλου, και άλλων παιδιών που χάθηκαν στο 2ο διωγμό.




Προς τιμήν του βιγλάτορα της Λαφιώνας

και όσων εορτάζουν σήμερα !




Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2017

Ένα αθησαύριστο «χριστουγεννιάτικο» διήγημα του Ηλία Βενέζη: "Συνομιλία με άγνωστον τέως εχθρό"


"Συνομιλία με άγνωστον τέως εχθρό"
Ένα αθησαύριστο «χριστουγεννιάτικο» διήγημα του Ηλία Βενέζη

Αριστερά: Ο Ηλίας Βενέζης σε νεαρή ηλικία. - Δεξιά: Αναμνηστική φωτογραφία των ανδρών από το Αϊβαλί που επέστρεψαν από τα αμελέ ταμπουρού στην Ελλάδα
(από τους 3.000 περίπου αιχμαλώτους του Αϊβαλιού διασώθηκαν μόνο 23 άτομα).

● ● ● ● ● ● ● ●


Την Πρωτοχρονιά του 1931 ο Ηλίας Βενέζης δημοσίευσε στην εφημερίδα «Ταχυδρόμος» της Λέσβου το διήγημα «Συνομιλία με άγνωστον τέως εχθρό». Αφορμή υπήρξε ένα πραγματικό γεγονός: Στο πλαίσιο της πολιτικής προσέγγισης και συμφιλίωσης που είχαν υιοθετήσει τότε οι κυβερνήσεις των δύο χωρών, διεξήχθη στη Μυτιλήνη στις 16 Νοεμβρίου 1930 φιλικός ποδοσφαιρικός αγώνας ανάμεσα στον πρωταθλητή του νησιού Παλλεσβιακό (κι όχι τον Άρη που γράφει ο Βενέζης) και την πρωταθλήτρια Αϊβαλιού Ιτμάν Γιορντού (Αθλητική Φωλιά). Για την ιστορία ο αγώνας έληξε ισόπαλος 2-2.


Το Αϊβαλί στις αρχές του 20ού αιώνα
– Κύριε, θα είχατε την καλωσύνη…
– Ορίστε, κύριε.
– Θα μπορούσα να βρω ένα φαρμακείο… πώς το λένε, πώς το λένε…
Τα μεγάλα, παιδιάτικα, εκφραστικά μάτια ψάχνουν τον αέρα να το βρουν.
– …ένα φαρμακείο, να — όλο…πώς το λένε;… όλο ανοιχτό.
Απ’ τα πολλά καταλαβαίνω πως ζητείται ένα διανυκτερεύον φαρμακείο. Είναι βράδυ, επαύριον των Χριστουγέννων, η σκηνή στα «Ολύμπια».
– Τι θέλετε;
– Θάθελα… ένα ασπιρίνη. Μου πονεί το κεφάλι.
Στο τραπέζι μας, ένας φίλος έχει ασπιρίνη. Του δίνουμε μία.
– Ξένος είσθε, κύριε;
Υποθέτω πως θα πρόκειται για κανέναν βεριτάμπλ ρωμιό, που είνε ντυμένος κουστούμι σπορ, έχει συμπαθητικώτατη μορφή και μόλις ενθυμείται μεταξύ αγγλικής ή γαλλικής και ολίγην τινα ελληνική.
– Ξένος είσθε, κύριε;
– Ναι, είμαι Τούρκος κύριε.
– Α! Τούρκος!
Αναστάτωση στο τραπέζι μας. Τα μάτια ερευνούν ανήσυχα το φαινόμενον. (Άκου, Τούρκος!… λέει ένας σιγανά με δέος. Μωρέ και πού μοιάζει Τούρκος; ψιθυρίζει ένας άλλος). Η συμπαθητική κυρία του γειτονικού τραπεζιού που ασχολείται με την ποίησιν, στηλώνει επί τω ακούσματι μια τόσο τρομαγμένη ματιά.
Πιάνουμε κουβέντα. Ήρθε με την τουρκική ομάδα που έπαιξε με τον «Άρη». Φοιτητής, κάτι τέτοιο. Δεν παίζει φουτ μπωλ. Είνε κωπηλάτης στις λεμβοδρομίες. Τρελλαίνεται για τη θάλασσα.
– Εσείς εδώ, νησιώτες, θα μας ξεπερνάτε βέβαια, στη θάλασσα. Θάχετε πλαζ, θάχετε ωραίες βάρκες, θάχετε ομίλους αποκλειστικά για σπορ στη θάλασσα, ε;
– Βέβαια, βέβαια, πώς… Η μουσική παίζει ένα ταγκό του τελευταίου ταχυδρομείου. Ο μικρός κύριος προσηλώνεται και παρακολουθεί με κινήσεις του κεφαλιού το σκοπό, σφυρίζει σιγανά και διακριτικά.
– Τι ωραίο πράμμα που είναι η μουσική ε; Δε συμφωνείτε; με ρωτά.
– Απολύτως, απολύτως.
– Πρώτη φορά έρχεστε στη Μυτιλήνη;
– Που βγαίνω έξω, ναι. Αλλά ένα σωρό φορές ταξιδεύοντας για το εξωτερικό την χαιρόμουν απ’ το βαπόρι. Παρακαλούσα να μ’ αφήσουν να βγω. Όχι! όχι! Έτσι και στον Πειραιά: Δεν επιτρέπεται. Έχεις βίζα. Δεν είχα βίζα. Τότε και γω λέω — μωρέ θα βγω! Κάνω, που λέτε το ρωμηό, λέω: τον πρώτο πόλισμαν που θα δω στο κουμέρκι θα του πω, καλημέρα σας — έτσι θα καταλάβει πως είμαι ρωμηός. Αλλά δε βαριέστε! Μέπιασαν. Μα, αλήθεια, διακρίνουμαι από τίποτα;
Φυσικά από τίποτα δε διακρίνεται. Του το βεβαιώνω.
– Και δε μου λέτε, που μάθατε τόσο καλά ελληνικά;
– Μα είμαι από τη Σμύρνη. Παιδάκια όλο με δικούς σας παίζαμε.
– Α, γι’ αυτό;
– Ξέχασα να σας ρωτήσω, λέει πάλι ο μικρός κύριος. Τι γιορτή έχετε σήμερα και χτες.
– Χριστούγεννα.
– Χριστούγεννα; Μα εγώ το λογάριασα, είνε ύστερα από δεκατρείς μέρες. Έτσι δεν είνε;
– Ω, μα δεν έχουμε πια το παληό ημερολόγιο! Αλλάξαμε.
– Α, έτσι; Και γω είχα χάσει το νου μου να λογαριάζω — σαν πήραμε το γράμμα του «Α…». Χριστούγεννα λοιπόν! Καλές γιορτές.
– Ευχαριστώ.
– Αλλάξαμε και μεις το ημερολόγιό μας. Δεν έχουμε πια χίλια τρακόσα τόσα…
– Και σεις αλλάξατε σ’ όλα. Έχετε και τον πολιτικό γάμο, ακόμα.
– Σεις δεν έχετε;
– Όχι.
Τον ρωτώ για τη Σμύρνη. Αν το τάδε και τάδε μέρος που είχαν καεί ξαναχτίστηκαν, τι έγιναν τα ερείπια — οι μεγάλοι θεόρατοι τοίχοι που κρέμουνταν στο τάδε μέρος, λεπτομέρειες σημαδιακές που μπορεί να τις ξαίρει μόνο ένας που είδε τη Σμύρνη μετά την καταστροφή. Ο νέος κύριος απορεί.
– Πού τα ξέρετε εσείς αυτά;
– Α, έτυχε να τα δω, του λέω, πολεμώντας να ξεφύγω μια συγκεκριμένη απάντηση. Μα το παιδί επιμένει. Αναγκάζουμαι να του το πω.
– Έμεινα δεκατέσσερες μήνες στα εργατικά τάγματα.
– Α, αλήθεια!
Το χαρούμενο χαμόγελο σβύνει ξαφνικά απ’ τα χείλια του παιδιού. Με κοιτάζει πολλή ώρα, σιωπηλά.
– Αέτσι λοιπόν, Prisonnier de guerre… [1]
– Ναι, έτσι…
– Πάλι μένει σιωπηλό. Κάτι γυρίζει μες το μυαλό του – το καταλαβαίνω. Έπειτα με κοιτάζει μες τα μάτια, ξανά.
– Δηλαδή… μπορούσε να σας είχα σκοτώσει;
– Μπορούσε.
– Και σεις εμένα..
– Και σας, εγώ.
– Μα μήπως αυτό το θελήσαμε, εμείς; λέει πάλι και δείχνει εμένα και κείνον.
Μα όχι, βέβαια εμείς οι δυο δεν το θελήσαμε.
Του κερνάμε απ’ το τραπέζι μας ένα ούζο. Το δέχεται με τόση χαρά — τρεισήμισι δραχμές. Βλέπω τη χαρά αυτή σα με κοιτάζει να μου ευχηθεί.
– Στην υγειά σας.
– Στην υγειά σας.
Μας προσκαλεί να πάμε την άνοιξη, στη Σμύρνη. Μα πρέπει νάρτετε.
– Θάρτουμε. [2]
Ήρθε η ώρα να φύγει. Μου σφίγγει το χέρι θερμά.
– Καλή νύχτα αγαπητέ μου φίλε.
– Καλή νύχτα, φίλε μου.
Θέλησα να τον πω με το μικρό του όνομα. Μα θυμήθηκα πως δεν είχαμε πει τα ονόματά μας. Κι όταν έφευγε ακόμα, πάλι δεν τον ρώτησα. Τι χρειάζουνταν;

                                                                                           ● ● ● ● ● ● ● ●

[1] Είναι γνωστό ότι στις μέρες της Καταστροφής ο 18χρονος Ηλίας Βενέζης πιάστηκε στο Αϊβαλί από τους Τούρκους και στάλθηκε στα «αμελέ ταμπουρού». Έμεινε αιχμάλωτος 14 μήνες και επέστρεψε στην Ελλάδα στα τέλη του 1923 (από τους 3.000 περίπου αιχμαλώτους του Αϊβαλιού επέστρεψαν μόνο 23 άτομα). 
Την προσωπική του οδυνηρή εμπειρία ο Βενέζης την αποτύπωσε στο «Νούμερο 31328» (είναι ο αριθμός που αντικατέστηκε το όνομά του στα τάγματα των σκλάβων), ένα κατηγορητήριο όχι ενάντια στους Τούρκους βασανιστές του, αλλά ενάντια στον πόλεμο που αποθηριώνει τους ανθρώπους. Δικαίως εξυμνήθηκε το βιβλίο ως ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας αντιπολεμικής λογοτεχνίας.

[2] Όταν το «Νούμερο 31328» μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες και βρήκε αποθεωτική υποδοχή από το ευρωπαϊκό κοινό, το πολιτικό και ακαδημαϊκό κατεστημένο της Τουρκίας ενοχλήθηκε. Κατηγόρησαν το συγγραφέα ότι με τις περιγραφές της θηριωδίας και του μαρτυρίου προσβάλλει τους Τούρκους και του απαγόρευσαν την είσοδο στην Τουρκία. Έτσι ο Βενέζης δεν επισκέφτηκε ποτέ την πατρογονική Μικρά Ασία και το Αϊβαλί.
http://lykourinos-kavala.blogspot.gr/2016/12/blog-post_29.html#more
Από τον δημοσιογράφο Στρατή Μπαλάσκα

  Η ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΩΝ 103 ΧΡΟΝΩΝ ΤΗΣ             ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ      ΛΑΦΙΩΝΑΣ                                              Ήταν 14 Αυγούστου 1919 , ό...